G – l – o – r – i – a

  1. Σημείωμα

Το σημείωμα ήταν γραμμένο στο χέρι. Τρεις  προτάσεις χωρίς κεφαλαία και τόνους. ΄΄ διπλα στο παρον θα βρεις τα κλειδια που μου ειχες δωσει/ τα βιβλια δικα σου/καμια αλλη εκκρεμοτητα.΄΄ Το διάβασε φωναχτά, πηγαίνοντας προς τη βιβλιοθήκη. Τα πάντα βρίσκονταν στη θέση που τα είχε αφήσει το προηγούμενο πρωινό. Όλο το σαλόνι έδειχνε απείραχτο. Το ίδια και η κουζίνα. Πηγαίνοντας στο μπάνιο παρατήρησε ότι οι πετσέτες ήταν καθαρές και σιδερωμένες. Το πλυντήριο άδειο όπως και το καλάθι με τα άπλυτα. Το ντουλαπάκι με τα προσωπικά της καλλυντικά άδειο και αυτό. Στην κρεβατοκάμαρα τα σεντόνια είχαν αλλαχθεί, τα πάντα βρίσκονταν τακτοποιημένα στη ντουλάπα, εκτός από το μέρος της ντουλάπας που έβαζε τα ρούχα της. Αυτό ήταν άδειο. Τίποτε δεν βρισκόταν ατακτοποίητο, πουθενά δεν υπήρχε σκόνη. ” Καμιά άλλη εκκρεμότητα” μουρμούρισε κλείνοντας τη ντουλάπα.

Σκόπευε να την αφήσει. Είχε βάλει χρονοδιάγραμμα στο μυαλό του να φύγει από το σπίτι μέσα σ ένα τρίμηνο. Το σπίτι ήταν δικό του αλλά θα την άφηνε να μείνει εκεί όσο εκείνη ήθελε. Αφαιρούσε διακριτικά κάθε βδομάδα κάποια αγαπημένα του αντικείμενα και ρούχα που πίστευε ότι εκείνη δεν πρόσεχε. Όμως τον πρόλαβε. Πήρε τα ρούχα της, άφησε τις εκατοντάδες των βιβλίων της μαζί με τα κλειδιά. Έφυγε. Τις επόμενες μέρες προσπάθησε να τη βρει στη δουλειά της. Του είπαν ότι έλειπε εκτός Αθηνών χωρίς να του δώσουν περαιτέρω πληροφορίες. Δε σκόπευε να γίνει γραφικός και να τρέξει στην αστυνομία, ήταν ξεκάθαρο ότι εκείνη έφυγε με τη θέλησή της. Συνέχισε να ζει με τους ρυθμούς που είχε συνηθίσει. Δούλευε ως αργά, έμενε σχεδόν τον περισσότερο καιρό στο σπίτι της νέας του συντρόφου, ταξίδευε αρκετά. Το σπίτι το κρατούσε καθαρό, τακτοποιημένο, με τα βιβλία στη θέση τους και καθαρά σεντόνια στο κρεβάτι. Τον ελάχιστο καιρό που περνούσε  σ αυτό, συνήθως δούλευε στο γραφείο και αν χρειαζόταν να κοιμηθεί εκεί, χρησιμοποιούσε τον καναπέ. Η καθαρίστρια που ερχόταν δυο φορές το μήνα έβρισκε μόνο σκόνη και ελάχιστα ρούχα για πλύσιμο και σιδέρωμα. Ένα χρόνο μετά από εκείνο το βράδι που βρήκε το σημείωμα, η ζωή του κυλούσε ήρεμα και σε σταθερή τροχιά. Χωρίς ”καμία άλλη εκκρεμότητα”.

 

  1. Βιβλίο

Υπήρχαν στιγμές που ήθελε να μένει μόνος. Χωρίς παρουσία, ήχους και κίνηση.  Χωρίς επαφή. Το χρειαζόταν σε  περιόδους έντονου άγχους. Είχε μπει ο Νοέμβρης και μαζί του η ψιλή εκνευριστική βροχή της Αθήνας.  Ξύπνησε στις  6 το πρωί του Σαββάτου και πήγε να απομονωθεί στο δικό του σπίτι.  Έμεινε ξαπλωμένος στον καναπέ ώρες αδειάζοντας το μυαλό του από κάθε σκέψη. Το μεσημέρι άρχισε να δουλεύει στον υπολογιστή. Ελέγχοντας ξανά την ηλεκτρονική αλληλογραφία του πενθήμερου, το μάτι του έπεσε σε ένα μήνυμα που δεν είχε ανοίξει. Το χε στείλει ένας καλός του φίλος.  Μια φράση και ένας σύνδεσμος του διαδικτύου. ‘’Αυτό το χεις άραγε δει;’’ Δεν είχε χρόνο για χάζεμα στο διαδίκτυο αλλά πάτησε τον σύνδεσμο. Βρέθηκε σ ένα άρθρο παρουσίασης ενός βιβλίου στον ιστοχώρο ενός εκδοτικού οίκου.  Διαβάζοντας το όνομά της δεν ένιωσε τίποτε. Εκείνη δούλευε πάνω από 20 χρόνια στις εκδόσεις. Αυτόματα σκέφτηκε τα περίπου χίλια βιβλία που του είχε αφήσει φεύγοντας.  Πριν κλείσει τον σύνδεσμο, πρόσεξε στο άρθρο τη φράση ‘’καμία άλλη εκκρεμότητα’’. Κάτι του θύμιζε. Κάτι αρκετά οικείο ώστε να διαβάσει το συνοπτικό κείμενο. Χωρίς να πάρει το βλέμμα του από την οθόνη του υπολογιστή, κάλεσε στο κινητό τον αποστολέα του μηνύματος.

  • ‘’Και νόμιζα ότι δε θα έπαιρνες ποτέ….πως πας;
  • Όλα καλά, σήμερα βρήκα χρόνο να ανοίξω το μήνυμά σου…από πού το έμαθες για το βιβλίο της Άννας;
  • Τελείως τυχαία.  Μια πελάτισσα μου συνεργάζεται με τον εκδότη και μου έστειλε πρόσκληση για την εκδήλωση της παρουσίασης. Πριν ένα μήνα περίπου. Φυσικά δεν πήγα αν και ήθελα να δω την Άννα…θέλω να πω, έφυγε τόσο απότομα…τελοσπάντων δεν πήγα. Όμως το βιβλίο το διάβασα.
  • Και γιατί μου έστειλες το  μήνυμα ρε Νίκο; Έφυγε ξαφνικά πριν ένα χρόνο και έγραψε την εμπειρία της σε βιβλίο. Τι πρέπει να κάνω γιαυτό;
  • Διονύση, κάνε τον κόπο και βρες χρόνο να το διαβάσεις. Θα καταλάβεις.
  • Το τελευταίο που με απασχολεί είναι ο εσωτερικός μονόλογος της Άννας. Σ αφήνω γιατί ακόμη και σήμερα δουλεύω κάποια προσχέδια. Τα λέμε.

Άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί στη βιβλιοθήκη που καταλάμβανε και τους τρεις τοίχους του γραφείου.  ‘’Που τελειώνει η αλήθεια και αρχίζει η μυθοπλασία;’’ Μονολόγησε δυνατά.  Εκείνη έφυγε χωρίς προειδοποίηση. Ένα χρόνο μετά έγραψε ένα βιβλίο με θέμα  τη φυγή της. Η φυγή της τυχαία συνέπεσε με την δική του ανάγκη να τερματίσει τη συμβίωση; Μήπως κάποιος απ τους δύο διαισθάνθηκε την ανάγκη φυγής του άλλου; Μήπως και οι δύο; Άρχισε να νιώθει τα πρώτα συμπτώματα της ημικρανίας. Έκλεισε τον υπολογιστή και έφυγε από το σπίτι. Βγήκε για φαγητό με τη σύντροφό του. Μετά βρήκε κάποιους φίλους για ποτό μέχρι αργά. Έπεσε για ύπνο τις πρώτες ώρες της Κυριακής ελαφρά μεθυσμένος. Έκλεισε τα μάτια και τραβήχτηκε στην άκρη του κρεβατιού. Δεν είχε διάθεση για σεξ ούτε για κουβέντα. Το αλκοόλ δυνάμωσε το σφυροκόπημα στο κεφάλι του. Έμεινε με τα μάτια κλειστά νιώθοντας ότι ο ύπνος δε θα ερχόταν.

 

  1. Suspirium*

Η διέξοδος για οποιαδήποτε άβολη κατάσταση ήταν η κίνηση. Να βρίσκεται σε κίνηση, να κάνει πράγματα το ένα μετά το άλλο. Να δουλεύει μέχρι αργά το βράδι. Τα σαββατοκύριακα να φεύγει με τη σύντροφό του σε εκδρομές εκτός Αττικής. Να βλέπει όσους περισσότερους φίλους. Να παρακολουθεί παραστάσεις, συναυλίες, καλλιτεχνικά δρώμενα. Να αθλείται πριν γυρίσει σπίτι τα βράδια. Από τότε που τελείωσε το σχολείο φρόντιζε να βρίσκεται σε συνεχή κίνηση. Τον έκανε να νιώθει ασφαλής αυτός ο τρόπος ζωής. Το τρεχαλητό που είχε διατηρηθεί αμείωτο μέχρι τα 48 του. Έξι μήνες μετά από εκείνο το Σάββατο που έμαθε για το βιβλίο της, δέχτηκε μια πρόσκληση από έναν παιδικό του φίλο. Μια συναυλία επανένωσης ενός συγκροτήματος που αγαπούσαν και οι δυο παλιά. Το garage δεν τον συγκινούσε  πια αλλά είχε έντονες αναμνήσεις. Δέχτηκε παρά την βαθύτερη αδιαφορία του για τη μουσική. Παρασκευή βράδι σ ένα κατάμεστο μαγαζί, ένιωθε παράταιρος με τη γενικότερη ατμόσφαιρα.  Λίγο μετά την έναρξη της συναυλίας, αποτραβήχτηκε διακριτικά από την παρέα του στο μπαρ του μαγαζιού. Γυρνώντας το βλέμμα του στο βάθος του χώρου, την είδε. Ήταν μαζί με δύο άλλες γυναίκες που κρατούσαν μπύρες και κουνιούνταν στον ρυθμό της μουσικής. Εκείνη στεκόταν ακίνητη. Πριν προλάβει να γυρίσει το κεφάλι του, τα βλέμματα τους συναντήθηκαν. Της χαμογέλασε. Εκείνη έστρεψε το βλέμμα της απότομα. Στη σκηνή παιζόταν το Gloria των Them σε μια διασκευή surf garage. Το κοινό ούρλιαζε g-l-o-r-i-a, εκείνη μετακινήθηκε σε σημείο εκτός του οπτικού του πεδίου. Tο σφίξιμο στο λαιμό του ένιωθε να τον πνίγει. Κινήθηκε γρήγορα. Έφτασε από πίσω της, την έπιασε από το μπράτσο και την έσπρωξε στο διάδρομο που οδηγούσε στις τουαλέτες. Εκείνη δε μίλησε. Πιέζοντας την στον τοίχο της τουαλέτας το χέρι του έφτασε στο λαιμό της. Τη ρώτησε ψιθυριστά γιατί έγραψε ‘’το αναθεματισμένο το βιβλίο’’. Εκείνη έκλεισε τα μάτια χωρίς να απαντήσει. Επανέλαβε την ερώτηση αρκετές φορές. Σταμάτησε να ρωτά όταν τα δάκρυά της νότισαν την παλάμη του που πίεζε  το λαιμό της. Τινάχτηκε στην άλλη άκρη της τουαλέτας απότομα. Κάτασπρος, κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Εκείνη παρέμενε να ακουμπά στον τοίχο με κλειστά τα μάτια. Ανοίγοντας την πόρτα την άκουσε να λέει ‘’το έγραψα γιατί το μόνο που έχεις μάθει στη ζωή είναι να φεύγεις’’.  Την κοίταξε φευγαλέα. Χαμηλώνοντας το βλέμμα  είπε σιγανά ‘’ Μωρό μου, δε θα σε ενοχλήσω ποτέ ξανά’’. Βγήκε στο δρόμο. Πήρε το αυτοκίνητο και τριγύρισε άσκοπα. Έφτασε στο σπίτι την ώρα που ξημέρωνε. Κουλουριάστηκε στον καναπέ κοιτάζοντας τα βιβλία στους τοίχους του γραφείου. Η ανάσα του έβγαινε όπως ο  στεναγμός του  παγιδευμένου ζώου. Που δε βρίσκει οδό διαφυγής.

* (λατ.) στεναγμός, δύσπνοια

 

 

 

 

 

 

Leave a comment